Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!

Το ιδίωμα


Με τον όρο βόρειες διάλεκτοι εννοείται η παραλλαγή της νέας ελληνικής, που χρησιμοποιείται και ακούγεται στα μέρη μας, ενώ σ’ αυτές τις διαλέκτους ανήκει και το ιδίωμα της Ορμύλιας.

Τα ιδιώματα με βόρειο φωνηεντισμό παρουσιάζουν δύο βασικά φωνητικά φαινόμενα:

  • α. Aποβολή του άτονων [i] και [u]: π.χ. χέρ (χέρι), πηγάδ ή πγαδ ή μπγιαδ (πηγάδι), σκλι (σκυλί), τ’ Χαρ (του Χάρου), στ’ Λαμπ τς μυλ (στου Λάμπου τους μύλους), πλάου(πουλάω), δλεβ (δουλεύει) κλπ. και
  • β. στένωση των άτονων [e] (ε και αι) και [ο] (ο και ω) σε [i] και [u] αντίστοιχα: π.χ. φιγγάρ’ (φεγγάρι), χουράφ’ (χωράφι).

Διακρίνονται δύο βασικές υποομάδες βορείων ιδιωμάτων:

  • Τα «αυστηρού τύπου βόρεια ιδιώματα»όπου η πτώση των άτονων [i] και [u] εμφανίζεται τόσο σε τελική θέση όσο και στο εσωτερικό της λέξης: π.χ. πγιαδ ή μπγιαδ  (πηγάδι), γρουν (γουρούνι). Τα «αυστηρότερα βόρεια ιδιώματα» είναι αυτά στα οποία συναντούμε τόσο τη στένωση όσο και την αποβολή (σίγηση).
  • Αντίθετα, στα λεγόμενα ημιβόρεια ιδιώματαεμφανίζεται μόνο η σίγηση των άτονων [i] και [u] ή σπανιότερα η στένωση: π.χ. πηγάδ (πηγάδι), γουρούν (γουρούνι).

Το Ιδίωμα της Ορμύλιας

Το ιδίωμά μας, ανήκει στα «αυστηρού τύπου βόρεια ιδιώματα»και έχει, εκτός από τα προαναφερθέντα, και τα κάτωθι χαρακτηριστικά:

  • Συνέπειες της αποβολής των [i] και [u]: Η συνάντηση συμφώνων από διαφορετικές συλλαβές που προκύπτει από την αποβολή παρέχει το έδαφος για νέες φωνητικές εξελίξεις μέσα στη λέξη: π.χ.θκός (δικός), χαμλός (χαμηλός). Ακραίο παρεπόμενο αυτών αποτελεί η σύμπτωση κάποιες φορές διαφορετικών λέξεων σ’ έναν τύπο: π.χ. το fto στο ορμυλιώτικο ιδίωμα μπορεί να είναι φυτό ή φτύνω.
  • Ουράνωση συμφώνων: Παρουσιάζει πολύ έντονα το φαινόμενο της ουράνωσης συμφώνων μπροστά από το [i] και πιο σπάνια το [e], με παραδείγματα κυρίως από την ουρανωμένη (παχειά) προφορά των [s z ts dz] ως [ʃ ʒ tʃ dʒ] αντίστοιχα πριν από τονισμένο i ή άτονο που αποβλήθηκε, π.χ. σήμερασ̌ήμιρασιτάρι > σ̌τάρτσίχλα > τσ̌ίχλαπικρούτσικος > πικρούτσ̌κοςζήτησα > ζ̌̌ήτσα, ζυμάρι >ζ̌̌μαρ, τζίρος> τζ̌̌ίρους.
    Ουρανωμένα προφέρονται και τα τελικά (μετά την αποβολή του τελικού (iκ, γ, χ, λ, ν.
  • Διάφορες αναπτύξεις νέων φωνηέντων σε δυσκολοπρόφερτα νέα συμφωνικά συμπλέγματα, ιδίων στο τέλος των λέξεων, πχ. παίζεις>παίειζ, φτιάξεις>φκιάεις
  • Προφορά του λ (και του ν):Το /l/ προφέρεται ως λαρυγγικό προ των [a e ο u] (σαν το /l/ του αγγλικού well).
  • Συνάντηση ζ [z] και μ [m]: Συναντώνται τα ζ και μ στο τέλος ονομάτων που λήγουν σε ς [s] και ακολουθούνται από το κτητικό μου, αναπτύσσεται αλλού ένα [u] και αλλού ένα [i]: π.χ. ου πατέραζ-μ (ο πατέρας μου), ου θ’ κόζ-μ (ο δικός μου).
  • Ανάπτυξη ευφωνικού ή προθετικού [a]: π.χ. αγλήγουρα (γρήγορα), αγγονός (εγγονός), αμασκάλ (μασχάλη).
  • Ανάπτυξη δευτερεύοντος τόνου στην παραλήγουσα: π.χ. έφαγάμι
  • Ο σχηματισμός του αρσενικού άρθρου: Βασικό μορφολογικό χαρακτηριστικό είναι οι ιδιαιτερότητες στον σχηματισμό του αρσενικού άρθρου: άλλες φορές λόγω της στένωσης του [ο], εμφανίζεται με τη μορφή ου [u] (π.χ. ο Νίκος > ου Νίκους, ο παππούς > ου παππούς), ενώ κάποιες άλλες φορές με τη μορφή η [i] (π.χ. η Νίκους, η παππούς).
  • Υποκορισμός:Η υποκοριστική κατάληξη για τα ουδέτερα είναι κυρίως -ούδ’ , π.χ. πιδούδ’(παιδάκι), κουρτσούδ’ (κοριτσάκι). Παρατηρείται επίσης η κατάληξη -έλ’, π.χ. παιδαρέλ’ (παιδάκι), κουρτσαδέλ’‘κοριτσάκι’.
  • Γενική:Η γενική ενικού έχει δώσει τη θέση της στην προθετική φράση/σύνταγμα από+ αιτιατική, π.χ. απ’ τ’ς λα(γ)οί (των λαγών).
  • Τα πρώην περισπώμενα ρήματα εμφανίζονται συνηρημένα: π.χ. τραγ’δώ (τραγουδάω).
  • Σύνταξη: Η σύνταξη με αιτιατική των ρημάτων που συντάσσονται με γενική στην κοινή νέα ελληνική: π.χ. σι λέουσι κάνουθα τουν πω κλπ.
  • Ακόμη παρατηρούνται: α) αφαίρεση αρχικού [ε], ελαφρύς >λαφρύς β) τροπή ε > ου, περπατάω>πουρπατώ, κλπ., ενώ γ) έχει εκλείψει ως ένα βαθμό η ρηματική κατάληξη σε [u], πχ. κουρντίζω και όχι κουρντίζου, όπως παλιότερα.

Πηγή:Πύλη για την Ελληνική γλώσσα