Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!

Αδειάζου

(μτφ.) Είμαι εύκαιρος, έχω ελεύθερο χρόνο να κάνω κάτι.

Είχα τόσις πουλλές δλες που διν άδειασα ντιπ τς προυάλλες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.