Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!

Όλες οι λέξεις στο Μ

Μαγάρα

Χαρακτηρισμός προς κάποιον. Ο βρώμικος (μτφ.) Το μούτρο

Μαζώνουμιστι

Μαζευόμαστε για συνάθροιση. Έντονο χαρακτηριστικό της προφοράς της λέξης είναι ο τονισμός στην προπροπαραλήγουσα.

Μακιδουνίσ

Ο μαϊδανός
. Κόψι απ’του γκήπου λίου μακιδουνίσ να βάλουμι στ’ σαλάτα κι έλα να φάμι.

Μάκου

Η γριά Ήρτι η μάκου η Λινίτσα και μι ρώτ’σι αν θα πάμι στου χουράφ.  Ναρκωτικό που έβγαζαν απ’τη μωβ παπαρούνα (σ.σ. μήκων η υπνοφόρος) που φύτρωνε και στην Ορμύλια και το χρησιμοποιούσαν για να αποκοιμίζουν τα γκρινιάρικα μωρά Ουλ τ νύχτα γκάρζι το μκρό μ, το δουσα μάκου κι . . . Περισσότερα

Μανάρ

Μικρό κατσίκι, αρνί ή μοσχάρι που το τρέφουν ειδικά, γιατί το προορίζουν για σφάξιμο. Χαϊδευτική προσφώνηση προς αγαπημένο πρόσωπο. Θαυμαστικό επιφώνημα σε ελκυστική γυναίκα.

Μανιά

Η γιαγιά, από τη μεριά της μητέρας. Δηλαδή η μητέρα της μητέρας.

Μάνταλους

ή πιράτς. Ο πρόγονος της κλειδαριάς που ασφαλίζει εσωτερικά πόρτες και παράθυρα.

Μαραίνου

Ενοχλούμαι για την έλλειψη ενός μη αναγκαίου πράγματος. Δεν έχουμι να φάμι, του γλυκού σι μάρανι.

Μαρκιούμι

Αναμασώ. Συνήθως στο γ’ ενικό μαρκιέτι για την κατσίκα ή για κάποιον που μασάει τσίχλα.

Μας

Επιφώνημα που έχει την έννοια του δεν πειράζει. Μας μας έβαλαν τιμουρία, εμείς δεν θα ντ’ γράψουμι. Μας μας μασ’ν.