Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!

Όλες οι λέξεις στο Μ

Μουλουμουτώ

Παραμιλάω μέσα από τα δόντια μου. Έπεσαν τα γάλατα από τον βοηθό στο μπακάλικο και το αφεντικό μουλουμουτούσε: Ε του μλαρ πάλι τα γκρέμσε ούλα.

Μούλτα

Το διάστημα από την περίμετρο της οροφής μέχρι τη στέγη.

Μουρντάρς

Το καμάκι που όχι μόνο επιδιώκει αλλά καταφέρνει επίσης εύκολα να ρίχνει τα θηλυκά.

Μουρσέβουμι

Έκανα κάτι που μ’ άρεσε και εξακολουθώ να το κάνω, καλομαθαίνω.
 Αόριστος μουρσέφκα.  Μουρσέφκι η αλ’που στα σύκα.

Μπαϊλντώ

Συνήθως στον αόριστο μπαΐλτσα. Κουράζομαι
 έντονα. Μπαΐλτσα να σας πλιένου κι να σας σιδιρώνου.

Μπάμπαλου

Το ψίχουλο. Φάτου ούλου. Μπάμπαλου να μην αφήκς. Κάθε μικρό σκουπίδι. Μπήκε ένα μπάμπαλου στου μάτι μ.