Πά
Πάω (να) σε όλα τα πρόσωπα.
«Θα πά να φέρου νιρού.» | 1ο ενικό
«Θα πά να μι φερς δυο ντομάτες;» | 2ο ενικό
«Δε πά να χιουνίσ, ιγώ θα πάω να ραντίσου.» | 3ο ενικό
«Θα πά να φάμι καντίπουτα;» | 1ο πληθυντικό
«Να πά να φέρτι ξύλα.» | 2ο πληθυντικό
«Να πά να κλαδέψν μουνάχ. Ιγώ βαριούμι.» | 3ο πληθυντικό
Σαφούρης Περικλής -
Πανουτιαστά -Το ένα πάνω στο άλλο