Ζιλινίκα
Είδος φυτού, θάμνου.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!
Είδος φυτού, θάμνου.
Αυτός που φοράει παντελόνια πάνω από τον αστράγαλο.
Καίει υπερβολικά πολύ.
Καίω πολύ.
Αριστερά.
Το αγρίμι.
Λιγούτσκος.
Ο συμπέθερος.
Το νοικοκυριό.
Ο αυχένας.
Ανακατεύω τα κάρβουνα στον ξυλόφουρνο ή στο τζάκι.
Το ξύλο με το οποίο ζνταβλίζου.
Ρούχο. Ου να μου χαθείς, χαμένου ζντράν.
Με το ζόρι, ντε και καλά. Ζορ ζουρουντά να τουν πάρου αμάξ χουρίς να έχου παράδις.
Γαμώ.
Μικρούτσικος.
Ζουρζουφτίʎ Η σβούρα. (μτφ) Το ζωηρό παιδί.
Κάτσε καλά. Κάτσε ζούρσε κει και σώπα.
Κρύβω. Στην προστακτική “ζούφουτου” η ερμηνεία έχει ως εξής: στρίμωξέ το κι αυτό εκεί μέσα
Ζοχός, είδος φυτού.
Το ζύγισμα.