Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Ορμυλιώτικο Ιδίωμα!

Ίσκνα

  1. Αποξηραμένο μανιτάρι με το οποίο κάπνιζαν τα μελίσσια
  2. (μτφ) Ο πολύ αδύνατος.

Απόμνει ίσκνα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.