Ψόφιους 05 Μαρ, 2020 Ψ 0 Σχόλια 0 Ο ψόφιος. Ο εξασθενημένος. «Μπαΐλτσα σήμιρα. Δε θα βγω στου καφενείου, είμι ψόφιους.» Αυτός που επιθυμεί πολύ κάτι.